- Χλώριδος
- Χλώ̱ριδος , Χλῶριςfem gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Χλωρίδος — Χλωρίς greenfinch fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χλωρίδος — χλωρίς greenfinch fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
AMPYX — nomen viri proprium. Ovid. l. 12. Met. Fab. 5. Ampyca quid referam, qui quadrupedantis Oecli Fixit in adverso cornum sine cuspide vultu? Erat autem Ampyx; Mopsi pater. Orpheus in Argon. Καὶ Μόψον Τιταρῆθεν, ὃν Α῎μπυκι νυμφευθεῖσα Χαονίην ὑπό… … Hofmann J. Lexicon universale
καταπόσια — καταπόσια, τὰ (Α) εορτή τής θεάς τών ανθέων Χλώριδος, ανθεστήρια. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + πόσια (< πίνω), πρβλ. συμ πόσιον, φαγησι πόσιον] … Dictionary of Greek
χλωρηΐς — ΐδος, ἡ, Α (ως επίθ. αηδονιού) α) (κατά τον Ησύχ.) «χλωρηΐς ἀηδών ἤτοι ἀπὸ τοῡ χρώματος ἤ χλωρά ἤ διὰ τὸ ἐπὶ χλωρῶν καθέζεσθαι δένδρων ἤ ἀπὸ χλωρίδος τὸ γένος ἔχουσαν» β) (κατά το Μέγα Ετυμολογικόν) «... ἤ διότι ἐν ἔαρι φαίνεται, ὅτε πάντα χλωρά… … Dictionary of Greek
Μπένσης, Βλαδίμηρος — (1877 – 1950). Γιατρός και πανεπιστημιακός. Σπούδασε στη Γαλλία, όπου αναγορεύτηκε διδάκτορας της ιατρικής σχολής του Παρισιού, και όταν γύρισε στην Ελλάδα χρημάτισε διαδοχικά επιμελητής της παθολογικής κλινικής του Πανεπιστήμιου Αθηνών (1904),… … Dictionary of Greek